Οι Παπαδάτες, ένα από τα λίγα αρχοντοχώρια του νομού Πρέβεζας, ευτύχησαν να κληρονομήσουν από τους προγόνους, ανάμεσα σε μια πλουσιότατη λαϊκή παράδοση κι ένα από τα πιο σημαντικά λαϊκά δρώμενα της περιοχής τον « Καγκελάρη».
Ο Καγκελάρης, σαν εκδήλωση, είναι ένα σύνολο από δημοτικά τραγούδια, μερικά από τα οποία αποτελούν αριστουργήματα της δημοτικής μας ποίησης, τα οποίας τραγουδιούνταν και χορεύονταν μαζί, στο Μεσοχώρι, από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Παρασκευή της Διακαινησίμου παλιότερα και σήμερα τις τρεις πρώτες μέρες του Πάσχα και την Παρασκευή. Στον Καγκελάρη, ο χορός και το τραγούδι( ο ρυθμός και ο λόγος) επιστρατεύτηκαν εκάστοτε από τους κατοίκους προκειμένου να εκφράσουν, τις εύσημες εκείνες ημέρες, ένα πλήθος από ανθρώπινα συναισθήματα για τα μεγάλα γεγονότα της ανθρώπινης ζωής: την αίσθηση του θείου, τη φύση, τη γέννηση και τη φθορά, την αγωνία, τον πόνο, την ελπίδα, την αγάπη και το θάνατο.
Η ξενιτιά, ευδιάκριτη μοίρα των Ηπειρωτών από τα παμπάλαια χρόνια, αντιμετωπίζεται στον « Καγκελάρη» με ιδιαίτερη ευαισθησία: « Τωρα’ ναι Μάης κι άνοιξη, τώρα΄ν΄το καλοκαίρι, τώρα κι ο ξένος βούλεται στον τόπο του πάει……».
Ο « Καγκελάρης» , που είναι ένα είδος χορού με ιδιόμορφο χαρακτήρα και θυμίζει σούστα, έχει και ιεράρχηση για τους χορευτές: πρώτα οι γέροι, και ακολουθούν οι άνδρες, οι νέοι, οι γριές, οι παντρεμένες, οι αρραβωνιασμένες, οι ελεύθερες γυναίκες, οι νέες, το κορίτσια και τα παιδιά. Ο χορός αυτός πήρε αυτό το όνομα από το τελευταίο τραγούδι του δρώμενου: « Τέτοια ώρα ήταν εψές τέτοια και παραπροψές, στο χορό που χόρευαν……….. κάντε δίπλα το χορό, κάντε καγκελίσματα…». Σ΄ αυτό το σημείο ο χορός κάνει τσακίσματα, γυρίσματα , πράγμα που εντυπωσιάζει και παρέχει την ευκαιρία στους χορευτές να έρχονται αντιμέτωποι, δίνοντας στην εκδήλωση και κοινωνικές προεκτάσεις. Τέλος οι στίχοι των τραγουδιών τραγουδιούνται πρώτα από τους κορυφαίους του χορού και επαναλαμβάνονται από τους χορευτές μια ή δύο φορές, ανάλογα με τις απαιτήσεις του χορού.
Ανεξάρτητα από το αν ο «Καγκελάρης» χορεύεται και σε άλλα χωριά της Ηπείρου, όπως σε μερικά χωριά των Τζουμέρκων, στους Παπαδάτες χαρακτηρίζεται από ένα είδος καθολικής συμμετοχής των κατοίκων, ανεξάρτητα από την οικογενειακή κατάσταση του καθενός, μια θέρμη αισθημάτων και από την υποχρεωτική αίσθηση εκπλήρωσης ενός κληρονομημένου μοναδικού χρέους.